Κατά την ανασκαφή του μνημείου, η οποία έγινε τη δεκαετία του ΄60, αποκαλύφτηκε εντός του «χώρου Α» στρώμα καταστροφής αποτελούμενο από τα κατάλοιπα του βόρειου τοίχου, ο οποίος στη νότια όψη του έφερε τοιχογραφία και εντοίχιο ψηφιδωτό.
Από τη μελέτη των κατάλοιπων του κατακρημνισμένου τοίχου και των σπαραγμάτων του διακόσμου του που διασώθηκαν προέκυψαν σημαντικά στοιχεία σχετικά με τη θέση και το μέγεθος του ψηφιδωτού προέκυψαν.
Από την αποτύπωση των θέσεων στις οποίες βρέθηκαν πεσμένα τα σπαράγματα, σε συνδυασμό με τη μελέτη της γραφικής αναπαράστασης του τοίχου, συμπεραίνεται ότι το ψηφιδωτό ήταν κεντρικά τοποθετημένο, σε σχέση με το θυραίο άνοιγμα του, και πλαισιωνόταν από τοιχογραφία. Αποτελούνταν από μια κεντρική σύνθεση, άγνωστης θεματογραφίας, η οποία περικλειόταν από πλαίσιο πλάτους 0,30μ., στο οποίο απεικονίζονταν πολύτιμοι λίθοι. Η παράσταση ξεκινούσε σε ύψος 9μ. από το δάπεδο του χώρου και είχε πλάτος 12μ. Το ύψος της δεν μπορεί να υπολογισθεί με ακρίβεια, καθώς ο τοίχος που κοσμούσε δεν έχει αποκαλυφθεί σε όλη του την έκταση, ωστόσο από τα κατάλοιπα που ήρθαν στο φως συμπεραίνεται ότι ήταν τουλάχιστον 7,50μ. Κάτω από το πλαίσιο των πολύτιμων λίθων και πάνω από το θυραίο άνοιγμα υπήρχε επιγραφή στη λατινική γλώσσα. Το αριστερό άκρο των δυο σπαράγματων, τα οποία βρέθηκαν κατά την ανασκαφή του χώρου σε δυο επάλληλες σειρές, είχε ευθύγραμμη απόληξη, στοιχείο που τεκμηριώνει ότι από κει ξεκινούσε το κείμενο της επιγραφής, η οποία είχε ύψος 2,70μ. και πλάτος 4,30μ. Από την επιγραφή σώζονται αποσπασματικά δύο σειρές γραμμάτων ύψους 20εκ., κατά μέσο όρο. Τα γράμματα ήταν κατασκευασμένα από γυάλινες καστανόχρωμες ψηφίδες και προβάλλονταν σε υπόλευκο φόντο. Η επιγραφή πιστεύουμε ότι αναφερόταν στην επισκευή του κτιρίου και ενδεχομένως στον δωρητή της.
Αναβαθμίστε το για να δείτε σωστά την ιστοσελίδα. Αναβάθμιση τώρα